Κύστη ωοθήκης

Οι ωοθήκες είναι σημαντικά όργανα του γεννητικού συστήματος των γυναικών που βρίσκονται στην κάτω κοιλία και συνδέονται με τη μήτρα. Κάθε γυναίκα  έχει δύο  ωοθήκες  οι οποίες εκτελούν τις παρακάτω σημαντικές λειτουργίες:

  1. Προκαλούν την έμμηνο ρύση (περίοδο) κάθε 26-32 ημέρες
  2. Παράγουν ωάρια μια φορά το μήνα, τη γνωστή ωορρηξία που συμβάλλει στην αναπαραγωγή μαζί με τα σπερματοζωάρια
  3. Παράγουν ορμόνες, τα οιστρογόνα και την προγεστερόνη, οι οποίες είναι απαραίτητες για τη γονιμότητα και την ομαλή  λειτουργία του γυναικείου οργανισμού.

Πολλές γυναίκες στη διάρκεια της αναπαραγωγικής ζωής τους θα εμφανίσουν ένα σάκο με υγρό πάνω ή μέσα στην ωοθήκη τους. Αυτός ο σάκος ονομάζεται κύστη ωοθήκης.

 

Ποιοι τύποι ωοθηκικών κύστεων υπάρχουν;

Υπάρχουν διάφοροι τύποι ωοθηκικών  κύστεων, όπως οι δερμοειδείς κύστεις, οι ενδομητριωσικές κύστεις, τα  κυσταδενώματα (βλεννώδη –ορώδη) και οι λειτουργικές κύστεις που είναι και οι συχνότερες.

Το 99% των κύστεων των ωοθηκών  είναι καλοήθεις σχηματισμοί. Οι λειτουργικές κύστεις είναι οι ακόλουθες:

  • Ωοθυλακική κύστη: Κατά τη διάρκεια του καταμήνιου κύκλου ένα ωάριο αναπτύσσεται μέσα σε ένα σάκο που ονομάζεται ωοθυλάκιο και βρίσκεται στην ωοθήκη. Ο σάκος αυτός στη συνέχεια υφίσταται ρήξη και απελευθερώνει το ωάριο. Στην περίπτωση που αυτός ο σάκος δε σπάσει, τότε το υγρό που βρίσκεται μέσα στο σάκο μπορεί να σχηματίσει κύστη της ωοθήκης. Οι κύστες αυτές συνήθως συρρικνώνονται και διαλύονται αυτόματα.

 

  • Κύστες ωχρού σωματίου: Η διάρκεια ζωής του ωχρού σωματίου σε περίπτωση απουσίας γονιμοποίησης είναι 14±2 ημέρες. Στη συνέχεια, το ωχρό σωμάτιο εκφυλίζεται και ονομάζεται λευκό σωμάτιο. Αν αυτό το σωμάτιο δεν διαλυθεί αυτόματα μετά την απελευθέρωση του ωαρίου, τότε μετατρέπεται σε σάκο ο οποίος μπορεί να σφραγίσει και να εμφανίσει περαιτέρω συσσώρευση υγρού και αίματος. Αυτή η κύστη όταν υπερβαίνει τα 3 εκ.  ονομάζεται κύστη του ωχρού σωματίου.
  • Δερμοειδείς κύστη: Πρόκειται για μια καλοήθη κύστη των ωοθηκών που περιέχει εμβρυϊκά υπολείμματα (τρίχες, λίπος, οστά, δόντια κ.τ.λ.).

 

  • Ενδομητριωσική κύστη: Κύτταρα που αναπτύσσονται φυσιολογικά εντός της μήτρας, είναι δυνατόν να αναπτυχθούν και εκτός αυτής και να προσκολληθούν στις ωοθήκες (ενδομητρίωση) δημιουργώντας μια κύστη η οποία γεμίζει προοδευτικά με αίμα το οποίο με την πάροδο του χρόνου καθίσταται σκούρο καφέ (σοκολατοειδής κύστη). Το μέγεθος αυτής της κύστης συνεχώς αυξάνει λόγω του ότι ο ιστός συμπεριφέρεται ως ενδομήτριο και αιμορραγεί κατά την έμμηνο ρύση.

 

  • Κυσταδενώματα: Αυτά αναπτύσσονται στην επιφάνεια της ωοθήκης και είναι καλοήθεις όγκοι που περιέχουν ρευστό υγρό (ορώδες ή βλεννώδες κυσταδένωμα). Τα κυσταδενώματα μπορεί σταδιακά να αυξάνονται σε μέγεθος φτάνοντας και 10-12 εκατοστά σε διάμετρο.

 

Ποια συμπτώματα προκαλούν οι ωοθηκικές κύστεις;

Οι μικρές κύστες των ωοθηκών δεν προκαλούν συμπτώματα και παραμένουν απαρατήρητες. Συνήθως αποκαλύπτονται τυχαία από μια τακτική γυναικολογική υπερηχογραφική εξέταση. Οι μεγαλύτερες κύστεις, ανάλογα με το μέγεθος, τη φύση και τη θέση τους μπορεί να προκαλέσουν διάφορες εκδηλώσεις, διαφόρου βαθμού σοβαρότητας. Οι μεγάλες κύστεις παρουσιάζουν τα εξής συμπτώματα:

  • Διαταραχές στην έμμηνο ρύση
  • Πυελικό άλγος ή ακαθόριστη ενόχληση χαμηλά στην κοιλιά
  • Φούσκωμα στην κάτω κοιλία
  • Πόνο στη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής
  • Δυσμηνόρροια
  • Δυσκολία στη σύλληψη

Όταν οι κύστες είναι μεγάλες,  πάνω από 5 εκ., είναι δυνατόν να υποστούν ρήξη ή συστροφή, σε αυτές τις περιπτώσεις τα συμπτώματα είναι έντονα και θορυβώδη:

  • Απότομος και έντονος πόνος κοιλιακός ή πυελικός.
  • Ζάλη
  • Πτώση της αρτηριακή πίεσης
  • Αδυναμία
  • Σημεία εσωτερικής αιμορραγίας
  • Ναυτία, έμετο

 

Ωοθηκικές κύστεις: Ποιες οι πιθανές επιπλοκές;

Κάθε κύστη της ωοθήκης κυρίως εάν είναι μεγάλη πάνω από 5 εκ. είναι δυνατόν να παρουσιάσει τις παρακάτω επιπλοκές.

  • Ρήξη: Η κύστη είναι δυνατό να ραγεί και να παρατηρηθεί διαφυγή του υγρού μέσα στην κοιλιά.
  • Αιμορραγία: Η ρήξη των αγγείων του τοιχώματος της κύστης προκαλεί αιμορραγία είτε μέσα στην κοιλότητα της κύστης  είτε προς τα έξω εντός της κοιλίας.
  • Συστροφή της ωοθήκης: Μια ευμεγέθης κύστη, ή ένας όγκος της ωοθήκης (καλοήθης  ή κακοήθης) αναγκάζουν συχνά τηνωοθήκη να περιστραφεί γύρω από τον  αγγειακό μίσχο της. Στην περίπτωση  αυτή η μη έγκαιρη επέμβαση μπορεί να καταλήξει στη νέκρωση  της ωοθήκης.
  • Φλεγμονή της κύστης: Μερικές φορές οι κύστεις μολύνονται από μικρόβια και αν δεν αντιμετωπιστούν κατάλληλα είναι δυνατό  να προκαλέσουν περιτονίτιδα.

 

Πώς διαγιγνώσκονται οι ωοθηκικές κύστεις;

Οι εξετάσεις που απαιτούνται για τη διάγνωση των ωοθηκικών κύστεων είναι οι παρακάτω:

  • Ιστορικό: Ένα λεπτομερές ιστορικό μπορεί να βοηθήσει πολύ στη διάγνωση και να κατευθύνει την έρευνα του γιατρού
  • Γυναικολογική εξέταση: Κατά τη γυναικολογική εξέταση ο γιατρός μπορεί να διαπιστώσει τη διόγκωση μιας ή και των δύο ωοθηκών καθώς και την ευαισθησία της περιοχής.
  • Εξετάσεις αίματος: Η πραγματοποίηση κάποιων εξετάσεων αίματος όπως ο Ca 125 και ο πρόσφατα ανακαλυφθείς δείκτης ΗΕ-4 (human epididymis 4) μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά στην  πρόβλεψη του καρκίνου της ωοθήκης.
  • Υπερηχογράφημα: Με την υπερηχογραφική εξέταση μπορεί να πληροφορηθούμε την κατάσταση των έσω γεννητικών οργάνων και να διαπιστώσουμε την ύπαρξη κύστεων στις ωοθήκες. Με την εξέταση αυτή θα διαπιστωθεί το μέγεθος αλλά συχνά και ο τύπος  της κύστης.
  • Μαγνητική τομογραφία: Η μαγνητική τομογραφία εκτελείται στις περιπτώσεις που υπάρχει δυσκολία στην αναγνώριση της κύστης καθώς και σε περιπτώσεις που υπάρχει υποψία κακοήθειας.

 

Ποια η θεραπεία των ωοθηκικών κύστεων;

Η θεραπεία των ωοθηκικών κύστεων εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως ο τύπος και το μέγεθος των κύστεων, η ηλικία της ασθενούς και η ύπαρξη επίμονων συμπτωμάτων.

Οι μικρές  λειτουργικές κύστεις  3-4 εκ. που είναι και οι συνηθέστεροι δεν απαιτούν καμία θεραπεία. Αυτές στην πλειονότητα τους απορροφώνται αυτόματα (σε ποσοστό 90% περίπου). Σε πιο επίμονες καταστάσεις είναι δυνατό να αντιμετωπιστούν με τη χορήγηση ορμονικών σκευασμάτων.  Αν μετά από 2-3 κύκλους θεραπείας δεν φαίνεται να υποστρέφονται τότε  συνιστάται η χειρουργική αφαίρεση τους. Θα πρέπει επίσης να αναφερθούμε και στο ωχρό σωμάτιο, το οποίο ενίοτε δεν υποστρέφεται  και μετασχηματίζεται σε κύστη με διάμετρο >3 εκ. Αυτό συχνά δεν εμφανίζει ιδιαίτερη συμπτωματολογία  και τελικά εξαφανίζεται αυτόματα. Σε περίπτωση που συμβεί ρήξη της κύστης, τότε εμφανίζεται  έντονο κοιλιακό άλγος στη σύστοιχη πλευρά της ωοθήκης που φέρει την κύστη και συνοδεύεται από  αιμορραγία  που συνήθως δεν είναι ικανή να θέσει σε κίνδυνο της υγεία της γυναίκας. Για το λόγο αυτό ο γιατρός πρέπει να παρακολουθεί στενά την ασθενή και να μην προβαίνει αμέσως σε χειρουργική επέμβαση. Σπάνια θα παρατηρηθεί βαρύτερη αιμορραγία η οποία θα απαιτήσει χειρουργική αντιμετώπιση.

Ωοθηκικές κύστεις: Χειρουργική αντιμετώπιση

Γενικά, όλες οι κύστες που είναι πάνω από 5 εκ. θα πρέπει να αφαιρούνται χειρουργικά. Επίσης, οι νεοπλασματικές , οι ενδομητριωσικές και οι δερμοειδείς κύστες χρήζουν χειρουργικής αντιμετώπισης και βιοψίας. Ανάλογα με τα ευρήματα και την εικόνα της κύστης της ωοθήκης ο γιατρός θα αποφασίσει την αφαίρεση  μόνο της κύστης προσεκτικά αποκολλώντας την από την ωοθήκη ή ολόκληρη την ωοθήκη μαζί με την κύστη. Στη διάρκεια της επέμβασης μπορεί να χρειαστεί να γίνει ταχεία βιοψία, αν υπάρχει υπόνοια κακοήθειας. Ανάλογα με τα αποτελέσματα της ταχείας βιοψίας μπορεί να προχωρήσουμε σε πιο εκτεταμένη χειρουργική επέμβαση, αφαιρώντας και άλλα όργανα και ιστούς της περιοχής και να πάρουμε επιπλέον βιοψίες από το εσωτερικό της κοιλιάς.

 

Ποιες οι διαθέσιμες χειρουργικές επεμβάσεις των ωοθηκικών κύστεων;

Ο τύπος της επέμβασης που θα χρησιμοποιηθεί εξαρτάται από το μέγεθος της κύστης αλλά και από τα υπερηχογραφικά ευρήματα της κύστης. Οι χειρουργικές επεμβάσεις που χρησιμοποιούνται είναι οι παρακάτω:

  1. Λαπαροσκόπηση: Για τη λαπαροσκοπική επέμβαση ο γιατρός εισάγει μια συσκευή μέσα από μια τομή στην κοιλιά με τη βοήθεια της οποίας αφαιρούνται συνήθως οι μικρές κύστεις. Τα πλεονεκτήματα αυτής επέμβασης είναι η μικρή διάρκεια νοσηλείας και η σύντομη ανάρρωση.
  1. Λαπαροτομία: Σε αυτή την επέμβαση εκτελείται μεγαλύτερη τομή και

προτιμάται για τις μεγαλύτερες κύστεις και όταν υπάρχει υποψία

κακοήθειας.

 

Ο άρτια καταρτισμένος Μαιευτήρας – Χειρουργός Γυναικολόγος Dr. Ιωάννης Σαρρής, δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην αρχική διαγνωστική διαδικασία και προσφέρει σύγχρονες θεραπευτικές μεθόδους, εξατομικευμένες σε κάθε ασθενή.

Ο Ιατρός είναι επιστημονικός συνεργάτης των μεγαλύτερων Μαιευτηρίων και Κλινικών της χώρας, όπως είναι το ΙΑΣΩ, τo ΡΕΑ αλλά και η Βιοκλινική.